Τα κυριότερα αίτια της αιμορραγίας στο υαλοειδές είναι:
- Διαρροή απο παθολογικά νεοαγγεία αμφιβληστροειδούς στην διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
- Τραυματισμός του οφθαλμού
- Αμφιβληστροειδικές ρωγμές ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς με συνακόλουθη ρήξη αγγείων
- Οπίσθια αποκόλληση υαλοειδούς
Και σπανιότερα:
- Μακροανεύρυσμα αμφιβληστροειδούς
- Ηλικιακή εξιδρωματική εκφύλιση ωχράς κηλίδας
- Ρήξη νεοαγγείων αμφιβληστροειδούς, αποτέλεσμα θρόμβωσης κεντρικής ή κλάδου φλέφας αμφιβληστροειδούς
Τα συμπτώματα της πάθησης που αναφέρονται από τους ασθενείς είναι:
Σε ήπιες αιμορραγίες:
- Θάμβος Οράσεως
- Μυϊοψίες μπροστά από το οπτικό πεδίο
- Κοκκινωπή απόχρωση της όρασης
- Φωταψίες
Σε σοβαρές αιμορραγίες:
- Έντονες σκουρόχρωμες ραβδώσεις μπροστά από το οπτικό πεδίο
Σε πολύ σοβαρές αιμορραγίες:
- Δραματική μείωση της όρασης
Κατά την εξέταση ασθενών που αναφέρουν συμπτώματα όπως τα παραπάνω πρέπει:
- Να γίνει λήψη της καλύτερα διορθούμενης οπτικής οξύτητας
- Εξέταση στη σχισμοειδή λυχνία και βυθοσκόπηση με μυδρίαση
- Υπέρηχος οφθαλμού , καθώς πολύ συχνά λόγω της πυκνής αιμορραγίας η βυθοσκόπηση καθίσταται αδύνατη
Σε περιπτώσεις που επιβεβαιωθεί η διάγνωση της ενδοϋλοειδικης αίμορραγίας πρέπει να αναζητηθεί οπωσδήποτε το αίτιο που προκάλεσε την αιμορραγία.
Επίσης ο ασθενής πρέπει να παραπεμφθεί για περαιτέρω εξετάσεις:
- Γενική εξέταση αίματος
- Ειδικές εξετάσεις αίματος
Συγκέντρωση σακχάρου στο αίμα για διερεύνηση σακχαρώδους διαβήτη που μπορεί να έχει οδηγήσει σε διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια και αιμορραγία στο υαλώδες.
Δείκτες πηκτικότητας, ειδικά σε περιπτώσεις που λαμβάνεται αντιπηκτική θεραπεία για αντιμετώπιση καρδοαγγειακών παθήσεων. Σε περιπτώσεις αρύθμιστης θεραπείας μπορεί να έχει προκληθεί αιμορραγία από αγγεία του αμφιβληστροειδούς στο υαλώδες.
Συγκέντρωση χοληστερίνης, LDL, HDL, τριγλυκεριδίων, αύξηση των οποίων μπορεί να έχει οδηγήσει σε αγγειοσκλήρυνση στον αμφιβληστροειδή και πιθανή αιμορραγία στο υαλώδες.
Έλεγχος αρτηριακής πίεσης, καθώς κακή ρύθμιση της μπορεί να οδηγήσει σε αιμορραγικά επεισόδια στα αγγεία του αμφιβληστροειδούς και μετέπειτα ενδοϋαλοειδική αιμορραγία
Αξονική τομογραφία κόγχου σε περίπτωση που αναφέρεται τραυματισμός
Σε περίπτωση που έχει αποκλειστεί η αποκόλληση αμφιβληστροειδούς που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης , τηρείται αναμονή 3-4 εβδομάδων με την ελπίδα ότι η αιμορραγία θα διαλυθεί αυτόματα. Σε σοβαρές και επιμένουσες αιμορραγίες πρέπει να πραγματοποιηθεί επέμβαση υαλοειδεκτομής.
Η υαλοειδεκτομή αναφέρεται στην επέμβαση κατά τη διάρκεια της οποίας αφαιρείται μέρος ή όλοκληρο το υαλοειδές σώμα (pars plana vitrectomy).Η υαλοειδεκτομή εκτός από την αιμορραγία στο υαλώδες, δίνει στον εξειδικευμένο χειρουργό του οπισθίου ημιμορίου πρόσβαση στον αμφιβληστροειδή χιτώνα και να αντιμετωπίσει παθήσεις που απειλούν την οπτική οξύτητα των ασθενών.
Η υαλοειδεκτομή πραγματοποιείται σε ασηπτο χειρουργείο που τηρεί συγκεκριμένες προδιαγραφές καθώς και τα εργαλεία που χρησιμοποιούνται. Το μυδριάσμένο μάτι του ασθενούς απολυμένεται όπως και στην επέμβαση αφαίρεσης καταρράκτη και σκεπάζεται με ειδικό drape. Στη συνέχεια πραγματοποιείται τοπική αναισθησία αρχικά με σταγόνες και έπειτα με παραβόλβια έγχυση, έτσι ώστε ο ασθενή να μην μπορεί να κουνήσει τον οφθαλμό του κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Επίσης ο αναισθησιολόγος ενδέχεται να δημιουργήσει ήπια «μέθη» στον ασθενή, ώστε να μην αντιλαμβάνεται πόνο και άγχος κατά την επέμβαση.
Η υαλοειδεκτομή, αν και έχει αρχίσει να εφαρμόζεται από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 στην εποχή μας έχει τελειοποιηθεί, πραγματοποείται αναίμακτα και συνήθως χωρίς τη χρήση ραμμάτων. Η χειρουργική τεχνική περιλαμβάνει:
Δημιουργία 3 μικροσκοπικών τομών (διαμέτρου < 0,5 χιλ) στο σκληρό χιτώνα του οφθαλμού δια μέσω των οποίων τοποθετούνται ειδικά διαμορφωμένα micro-trocars ( μικροβαλβίδες).
H μία τομή χρησιμοποιείται για έγχυση ειδικού διαλύματος για τη διατήρηση του σχήματος και της ενδοφθάλμιας πίεσης, κατά τη διάρκεια της επέμβασης.
Η άλλη τομή χρησιμοποιείται για δίοδο οπτικών ινών μεταφοράς φωτός, ώστε να φωτίζεται το εσωτερικό του οφθαλμού.
Η τρίτη τομή χρησιμοποιείται για τη δίοδο του υαλοειδοτόμου που κόβει και αναρροφά το υαλώδες αλλά και μικροεργαλείων, όπως είναι μικρολαβίδες, μικροψαλίδια ή στυλεοί laser τα οποία είναι απαραίτητα ανάλογα με την πάθηση που θέλουμε να αντιμετωπίσουμε
Κατά τη διάρκεια της επέμβασης το υαλοειδές σώμα αντικαθίστεται διαρκώς μέσω της έγχυσης από το ειδικό διάλυμα (BSS), μετά το πέρας όμως της υαλοειδεκτομής για να διατηρηθεί η δομή του οφθαλμού πραγματοποιείται πλήρωση της κοιλότητας του οπισθίου ημιμορίου με αέριο (SF6 ή C3F8) ή λάδι σιλικόνης ανάλογα με την παθολογία του οφθαλμού. Στο τέλος αφαιρούνται τα micro-trokars και το μάτι καλύπτεται με άσηπτη επίδεση. Καθόλη τη διάρκεια του χειρουργείου χρησιμοποιούνται ειδικοί πανοραμικοί φακοί, προσαρμοσμένοι στα μοντέρνα μικροσκόπια, για την επισκόπηση του χειρουργικού πεδίου στο εσωτερικό του οφθαλμού.
Τα σύγχρονα μηχανήματα υαλοειδεκτομής είναι σε θέση πραγματοποιούν μέχρι και 5000 κοπές το λεπτό, ελέγχουν με ακρίβεια την ενδοφθάλμια πίεση και παρέχουν βελτιωμένο ενδοφωτισμό. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά καθιστούν το χειρουργείο υαλοειδεκτομής ασφαλέστερο και λόγω των πολύ μικρών τομών που πραγματοποιούνται ατραυματικότερο.
Ασθενείς που υποβάλλονται σε υαλοειδεκτομή λαμβάνουν μετεγχειρητική αγωγή που περιλαμβάνει αντιβιοτικά κολλύρια, οφθαλμικές σταγόνες κορτιζόνης και αντιφλεγμονώδη. Επίσης στους ασθενείς που έχει τοποθετηθεί αέριο συνιστάται συγκεκριμένη θέση της κεφαλής, συνήθως προς τα κάτω ή προς τη μία ή την άλλη μεριά, έτσι ώστε η φυσαλλίδα αερίου να παραμείνει προσκείμενη στον αμφιβληστροειδή. Επίσης απαγορεύεται ο ασθενής να ταξιδεύσει με αεροπλάνο ή να ανέβει σε πολύ μεγάλα υψόμετρα.
Η όραση του ασθενούς μετά από την επέμβαση και την ένθεση αερίου είναι πολύ χαμηλή αρχικά, αλλά ανάλογα με την παθολογία του αμφιβληστροειδούς αποκαθίσταται μετά από 3-4 εβδομάδες όταν απορροφηθεί το αέριο. Στην περίπτωση που γίνει έγχυση σιλικόνης δεν υπάρχουν οι παραπάνω δεσμεύσεις, αλλά επειδή αυτή δε διαλύεται αυτόματα θα πρέπει ο ασθενής να υποβληθεί εκ νέου σε επέμβαση για αφαίρεσή της. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο η ένθεση αερίου και αποφεύγεται η χρήση σιλικόνης.
Οι πιο συχνές μετεγχειρητικές επιπλοκές που μπορούν να συμβούν μετά από επέμβαση υαλοειδεκτομής είναι:
- Δημιουργία καταρράκτη ακόμα και 6 μήνες μετά την επέμβαση ( η πιο συχνή)
- Αποκόλληση αμφιβληστρειδούς (σπάνια)
- Ενδοφθαλμίτιδα
- Μετεγχειρητική Οφθαλμική Υπερτονία
- Αιμορραγία
Εκτός από την αιμορραγία στο υαλώδες η υαλοειδεκτομή χρησιμοποιείται και σε πολλές άλλες παθήσεις του οφθαλμού και κυρίως του αμφιβληστροειδούς. Αυτές είναι:
- Αποκόλληση αμφιβληστροειδούς
- Επιαμφιβληστροειδική μεμβράνη
- Οπή ωχρας κηλίδας
- Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
- Ενδοφθαλμίτιδα
- Αφαίρεση ξένου σώματος από το εσωτερικό του οφθαλμού μετά από τραυματισμό
- Σπάνια πλέον σε εξιδρωματική εκφύλιση ωχράς κηλίδας
- Οπίσθια αποκόλληση υαλώδους με βαριά συμπτώματα μυϊοψιών
- Υαλοαμφιβληστροειδική έλξη
Αναφέρεται σε μία δυσαρμονία της υαλοειδοαμφιστροειδικής επιφάνειας και χαρακτηρίζεται από:
- Μερική απόκόλληση του υαλοειδούς.
- Μία ισχυρή και μη ομαλή προσκόλληση του υαλοειδούς στην ωχρά κηλίδα.
- Προσθιοπίσθια έλξη που ασκείται από το συναιρεμένο υαλώδες, τραβώντας την ωχρά κηλίδα σε προσκολημμένες περιοχές της, προκαλώντας μορφολογικές αλλά και λειτουργικές αλλαγές.
Η πάθηση εκτός από τη μέθοδο της υαλοειδεκτομής, αντιμετωπίζεται σε κάποιες περιπτώσεις με ενδοϋαλοειδικές εγχύσεις οκριπλασμίνης, που είναι ένα πρωτεολυτικό ένζυμο και χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια.